Η ιστορία της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας στην Ελλάδα και των «ευκολιών» που απολάμβανε σε διάφορες βάσεις ανά την επικράτεια ξεκίνησε το 1953, λίγους μήνες μετά την επίσημη ένταξη της χώρας στο ΝΑΤΟ.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’50 αναπτύχθηκε η βάση της Σούδας, με πλέον εμβληματική για τις ερχόμενες δεκαετίες, εκείνη του Ελληνικού.
Οι συμφωνίες του ’53 έτυχαν νέας διαπραγμάτευσης από την κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή, ο οποίος είχε πλήρη επίγνωση του αρνητικού πολιτικού κλίματος που υπήρχε για την αμερικανική στρατιωτική παρουσία στην Ελλάδα, καθώς συνδεόταν με την προ του 1974 μακρά περίοδο πολιτικής ανωμαλίας.
Με την Ελλάδα ευρισκόμενη εκτός του στρατιωτικού βραχίονα του ΝΑΤΟ, λόγω της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο, η κυβέρνηση Καραμανλή και μετέπειτα Γεωργίου Ράλλη ξεκίνησε μια μακρά περίοδο διαπραγματεύσεων για τον επαναπροσδιορισμό κάποιων στοιχείων της ελληνοαμερικανικής συνεργασίας, με στόχο την απομάκρυνση των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων από περιοχές κοντά στον αστικό ιστό, με προεξάρχουσα τη βάση του αεροδρομίου στο Ελληνικό.
Η αμερικανική στρατιωτική παρουσία στην Ελλάδα έχει «σφραγιστεί» από μακρές περιόδους διαπραγματεύσεων, με το ΠΑΣΟΚ να εκλέγεται το 1981 με το σύνθημα «έξω οι βάσεις του θανάτου».
Οι διαπραγματεύσεις διακόπηκαν με την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία το 1981, με αποτέλεσμα το καθεστώς της αμερικανικής παρουσίας στην Ελλάδα να συνεχιστεί με βάση τις συμφωνίες του 1953. Μετά τις αρχικές ανησυχίες και αρκετά σκαμπανεβάσματα (υπενθυμίζεται ότι το ΠΑΣΟΚ είχε εκλεγεί τότε και με σύνθημα το «Εξω οι βάσεις του θανάτου»), λόγω και των συνεχιζόμενων διπλωματικών ελιγμών του Ανδρέα Παπανδρέου, τελικά οι δύο πλευρές κατέληξαν σε μια πενταετή συμφωνία (τότε με την επωνυμία DECA) που υπεγράφη το φθινόπωρο του 1983 από τον υφυπουργό Εξωτερικών Γιάννη Καψή και τον επιτετραμμένο της πρεσβείας των ΗΠΑ στην Αθήνα, Αλαν Μπερλίντ.
Ενα ενδιαφέρον στοιχείο εκείνης της συμφωνίας είναι ότι στο ελληνικό κείμενο η λήξη της πενταετίας (που και τότε είχε ένα περιθώριο καταγγελίας 17 μηνών) είχε διαφορετική έννοια απ’ ό,τι στο αγγλικό. Οπως αναφέρει ο τότε πρέσβης Μόντι Στερνς στο βιβλίο του «Ανδρέας Παπανδρέου: Το αίνιγμα», στο ελληνικό κείμενο ο όρος «terminable» αντί να μεταφραστεί ως «μπορούσαν να τερματιστούν», αποδόθηκε ως «τερματίζονται». Σύμφωνα με τον Στερνς, «είναι το μόνο όπου ο όρος μιας κρίσιμης παραγράφου δεν συμπίπτει ακριβώς και στις δύο γλώσσες», κάτι που έδωσε στην «Εξόρμηση» το δικαίωμα να προπαγανδίζει ότι οι βάσεις «κλείνουν» το 1988.
Τότε, το 1988 ξεκίνησε ο νέος γύρος διαπραγματεύσεων, ο οποίος δεν ολοκληρώθηκε παρά τον Ιούλιο του 1990, για τη νέα μορφή της Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας (MDCA). Τελικά η νέα MDCA παρέμεινε σε ισχύ μέχρι το 2019, όταν και τροποποιήθηκε στην τελευταία μορφή της.
Τον Ιούλιο του 1990 η νέα MDCA υπεγράφη από τον τότε υπουργό Εξωτερικών Αντώνη Σαμαρά και τον πρέσβη των ΗΠΑ στην Αθήνα, Μάικλ Σωτήρχο. Στην τελετή παρίσταντο οι υπουργοί Αμύνης των δύο χωρών, ο Ντικ Τσένεϊ και ο Γιάννης Βαρβιτσιώτης, με υπασπιστή τον τότε αντιπλοίαρχο Π.Ν. Διονύση Χατζηδάκη, μετέπειτα δήμαρχο Παλαιού Φαλήρου και νυν βουλευτή της Ν.Δ. Μία από τις ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες εκείνης της τελετής ήταν ότι οι δηλώσεις της πολιτικής ηγεσίας γράφτηκαν σε μια γραφομηχανή με μεγάλα στοιχεία, δωρεά του Ευάγγελου Αβέρωφ, ο οποίος είχε πεθάνει λίγους μήνες νωρίτερα.
Με πληροφορίες από kathimerini.gr, Βασίλης Νέδος
0 Σχόλια