
Ο 15χρονος Ρομά που βεβήλωνε, γελώντας, τον ανδριάντα του προεπαναστατικού ήρωα Αντώνη Κατσαντώνη, ο οποίος σκοτώθηκε το 1808, ύστερα από φρικτά βασανιστήρια από τους Τούρκους, συνελήφθη.

Αυτό έγινε εφικτό επειδή ο ίδιος ανάρτησε βίντεο με το «κατόρθωμά» του σε ψηφιακό μέσο κοινωνικής δικτύωσης.
Οι υπόλοιποι βάνδαλοι, που δεν έχουν αφήσει άγαλμα, ανδριάντα, μνημείο και τοίχο απείραχτο, δεν συλλαμβάνονται και δεν τιμωρούνται. Οι καταστροφές ιδιωτικών και δημόσιων χώρων από αντικοινωνικά άτομα είναι ορατές σε όλη την επικράτεια. Εδώ και χρόνια, οι βάνδαλοι αφήνονται ασύδοτοι να επιβάλουν τη δικτατορία της ασχήμιας, η οποία καταπιέζει βουβά και αδυσώπητα τους πολίτες.
Αμέσως μόλις εξέλθει κάποιος από την οικία του θα δει όλους τους τοίχους και τους δημόσιους χώρους γεμάτους με γκράφιτι.
Είναι σπάνιο φαινόμενο να μείνει εξωτερικός χώρος δίχως να έχει μιανθεί από αυτή τη σύγχρονη αισθητική λέπρα. Γκράφιτι μπορεί να δει κάποιος ακόμα και στον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης!
Θα πείτε τώρα, εκεί, βλέπουμε και πανό του ΚΚΕ αλλά αυτή είναι άλλη κουβέντα...
Ουδείς πολιτικός, σε εθνικό ή τοπικό επίπεδο, έχει ασχοληθεί μέχρι σήμερα σοβαρά για να βοηθήσει την κοινωνία να απαλλαχθεί από την τυραννία της ασχήμιας, που υποβαθμίζει την καθημερινή ζωή των πολιτών. Απαντες μιλούν για την ανάγκη πάταξης της εγκληματικότητας, αλλά αφήνουν τις ελληνικές πόλεις έρμαια όσων τις ασχημαίνουν.
Η πάταξη της εγκληματικότητας δεν ξεκινά από την κορυφή, αλλά από τη βάση
Η «μικρή» εγκληματικότητα είναι εκείνη που δίνει τον «τόνο» στα προβλήματα δημόσιας τάξης τα οποία αντιμετωπίζουν όλες οι χώρες του κόσμου. Οποτε μια χώρα έχει δώσει έμφαση στην αντιμετώπιση της μικρής εγκληματικότητας τότε βλέπει και το σκληρό έγκλημα να υποχωρεί.
Στη μικρή εγκληματικότητα περιλαμβάνονται, ασφαλώς, και οι βανδαλισμοί. Γι’ αυτό έχει μεγάλη σημασία για την Ελλάδα να προστατευτούν οι δημόσιοι χώροι από τους νεαρούς που βρίσκουν νόημα στη ζωή τους καταστρέφοντας ό,τι ωραίο υπάρχει.
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι, ακόμα και αν το κράτος πράξει τα δέοντα, τίποτε καλό δεν θα είναι εφικτό αν οι νέοι παραμένουν ακαθοδήγητοι από τις οικογένειές τους και μεγαλώνουν έχοντας ως πρότυπα αξιοθρήνητες «περσόνες», που κυριαρχούν στον αχαρτογράφητο χώρο του διαδικτύου.
Ποιος ήταν ο Αντώνης Κατσαντώνης
Επειδή στα σχολεία της πατρίδας μας θεωρούν οι εθνομηδενιστές ότι δεν χρειάζεται η σωστή διδασκαλίας της ιστορίας του έθνους μας, ας θυμηθούμε ποιος ήταν ο ήρωας Αντώνης Κατσαντώνης και τι προσέφερε στην πατρίδας μας κατά την προ-επαναστατική περίοδο, συμβάλλοντας αποτελεσματικά στο ανάψει αμέσως μετά η φλόγα της επανάστασης του 1821, που μας οδήγησε στην απελευθέρωση και την Εθνική ανεξαρτησία.
Ο Αντώνης Κατσαντώνης του Ιωάννη (πραγματικό όνομα: Αντώνης Μακρυγιάννης, 1775 – 28 Σεπτεμβρίου 1808) ήταν ήρωας του προεπαναστατικού Ελληνισμού.
Υπήρξε αρχηγός Ελλήνων κλεφταρματολών, εθνομάρτυρας, πρόδρομος του 1821.
Έζησε και έδρασε στα βουνά των Αγράφων και των γύρω περιοχών.
Ο Σταυραετός των Τζουμέρκων και των Αγράφων, ο Κατσαντώνης, ο σταυραετός της κλεφτουριάς, ο πρόδρομος της λευτεριάς του γένους, που με το μαρτυρικό του θάνατο ανυψώθηκε σε φλάμπουρο εθνικής λύτρωσης αποτελεί το καύχημα όλων των Σαρακατσάνων.
Γεννήθηκε γύρω στα 1775 κάπου στα Άγραφα και ήταν ο πρωτότοκος γιος του αρχιτσέλιγκα Γιάννη Μακρυγιάννη και της Αρετής. Είχε άλλα τρία αδέλφια τον Γιώργο (Χασιώτης, που γεννήθηκε στα Χάσια), τον Κώστα (Λεπενιώτης, που γεννήθηκε στη Λέπενο), και τον Χρήστο ή Κούτσικο (που πέθανε φυλακισμένος από τους Τούρκους στα Μετέωρα) και μια αδελφή την Κατερίνα. Κατά την πιθανότερη εκδοχή, ο Κατσαντώνης ήταν παντρεμένος με την Αγγελική (Αγγέλω), κόρη μεγαλοκτηνοτρόφου, με την οποία απέκτησε ένα γιο τον Αλέξανδρο (Αλεξάκη).
Ο μικρός Αντώνης μεγάλωσε σε μια ατμόσφαιρα παλικαριάς και κάτω από τον αδιάκοπο κίνδυνο των τυράννων.
Από τα πρώτα χρόνια φάνηκε πως η ζωή αυτού του παιδιού θα ήταν πολεμική και πολυτάραχη. Όσο μεγάλωνε, τόσο έλεγε «Θα φύγω, θέλω να πάω στα βουνά, θέλω να γίνω κλέφτης». Και η μάνα του τον συμβούλευε: «κάτσε Αντώνη μ’, κάτσε Αντώνη μ’». Από εκεί σύμφωνα με την παράδοση, πήρε το όνομα Κατσαντώνης.
Πριν βγει στο κλαρί ήταν βοσκός στο κοπάδι του πατέρα του και είχε γυρίσει όλα τα βουνά των Αγράφων. Στα 25 του χρόνια όμως, εγκατέλειψε τον ποιμενικό βίο και έγινε κλέφτης, έπειτα από κάποιο περιστατικό που του συνέβη μ' έναν Τούρκο. Είχε συλληφθεί από ένα μπουλούκμπαση με την κατηγορία της ζωοκλοπής και αφέθηκε ελεύθερος αφού κατέβαλε πολλά λύτρα.
Μόλις ο Κατσαντώνης απελευθερώθηκε, σκότωσε τον μπουλούκμπαση και υποχρεώθηκε έτσι, φυγοδικώντας, να στραφεί στην κλέφτικη ζωή. Εντάχθηκε στο ασκέρι του νονό του Βασίλη Δίπλα. Κοντά στο Δίπλα, έχοντας μαζί του και τους Κώστα Λεπενιώτη και Γεώργιο Χασιώτη, αύξησε τους ανθρώπους του και απόκτησε δικό του ασκέρι με 80 περίπου παλικάρια.
Μαζί με τα αδέρφια του αναστατώνει όλη την Ακαρνανία και τα Άγραφα. Ο θάνατος των γονιών του, ως αντίποινο από τον Αλή Πασά, ο οποίος ήθελε να εξοντώσει με κάθε τρόπο τον Κατσαντώνη, τον πεισμώνει. Το μίσος του ξεχείλιζε σαν λάβα από την καρδιά του για εκδίκηση. Ο Κατσαντώνης κατορθώνει να κατατροπώσει και δεύτερο ασκέρι Τούρκων που είχαν γίνει ο φόβος και ο τρόμος των χριστιανών.
Η φήμη του απλώνεται σε όλη την περιοχή των Τζουμέρκων, των Αγράφων και της Ακαρνανίας. Ξεσηκώνει τον κόσμο κατά των Τούρκων και τα βάζει με τους Έλληνες που συμφιλιώνονταν με τον Αλή. Συνεργάζεται με κλέφτες του Ολύμπου ενώ ο ίδιος αποζητά απελπισμένα την μάχη κατά του τυράννου. Εξολοθρεύει για μια ακόμη φορά μεγάλη τουρκική δύναμη.
Εν τω μεταξύ ,ο Αλής Πασάς απογοητευμένος από τις αλλεπάλληλες αποτυχίες των Δερβεναγάδων του στέλνει τον καλύτερο του στρατηγό, τον Βεληγκέκα. Και αυτός όμως αποτυγχάνει βρίσκοντας τραγικό θάνατο από τον Κατσαντώνη.
Η κυριαρχία του πια εξαπλώνεται σε όλη τη Ρούμελη και την Ήπειρο. Η κορύφωση και η αναγνώριση του ως πολέμαρχου γίνεται στη κλεφταρματωλική σύναξη της Λευκάδας τον Ιούλιο του 1807. Μεγάλα ονόματα της κλεφτουριάς όπως ο Καραϊσκάκης ,ο Κολοκοτρώνης, ο Χασιώτης, ο Βαρνακιώτης καθώς και άλλοι αναγνωρίζουν τον Κατσαντώνη με επίσημη ανακήρυξη ως αρχηγό όλων των κλεφτών.
Φεύγει πάλι για τα αγαπημένα του βουνά, συνεχίζει τις μάχες κατά του δυνάστη ενώ σχεδιάζει να χτυπήσει τον Αλή μέσα στα Γιάννενα. Τα σχέδια του όμως ματαιώνονται από την ίδια του τη μοίρα. Το 1808 αρρωσταίνει από ευλογιά και αποτραβιέται σε μια σπηλιά μέχρι να γίνει καλά με τον αδελφό του Γιώργο Χασιώτη και πέντε παλικάρια του. Οι Τούρκοι όμως, ύστερα από εντολές του Αλή πασά, τους βρίσκουν και τους αιχμαλωτίζουν. Τους φέρουν στα Γιάννενα δεμένους. Κάτω από τον ιστορικό πλάτανο, του έσπασαν οι δήμιοί του με σφυριά, τα κόκαλα χεριών και ποδιών, αργά - αργά. Καρτερικά όμως υπομένει όλα τα βασανιστήρια και όπως σε όλη του τη ζωή παρέμεινε αλύγιστος και απροσκύνητος, ούτε και τώρα δε λύγισε μπροστά στα φριχτά μαρτύρια. Όπως υποστηρίζει η παράδοση, ο Κατσαντώνης την ώρα του μαρτυρίου τραγουδούσε τραγούδια της λευτεριάς. Με τον ίδιο τρόπο σκοτώθηκε και ο αδερφός το Γιώργος και τα πέντε παλικάρια του.
Ο Κατσαντώνης, όπως και οι άλλοι της κλεφτουριάς, έγιναν τα θεμέλια που θα κρατούσαν το καινούργιο κάστρο της εθνικής ελευθερίας. Ο ίδιος με το θρυλικό έργο του και τον μαρτυρικό θάνατο του ανυψώθηκε σε φλάμπουρα εθνικής απολύτρωσης. Στάθηκε από τους πρωτομάρτυρες της απελευθέρωσης του γένους από τη σκλαβιά, αιώνιο σύμβολο παλικαριάς , πολεμιστής ανυποχώρητος κάθε δεσποτισμού και τυραννίας.
Ο λαός δικαίωσε τους αγώνες και τη θυσία του.
Ο χαμός του έγινε θρήνος και σαρακατσάνικο κλέφτικο τραγούδι. και πέρασε από γενιά σε γενιά σε εμάς τους νεότερους για να μπορούμε να φωνάζουμε πως οι αντρειωμένοι σαν τον Κατσαντώνη δεν πεθαίνουν ποτέ.
0 Σχόλια