Ad Code

Responsive Advertisement

Εθνική πολιτική απέναντι στην Τουρκία: Πρώην πρωθυπουργοί όχι μόνο δικαιούνται, αλλά οφείλουν να παρεμβαίνουν ιδιαίτερα στα μείζονα εξωτερικά ζητήματα…

 
 
Του ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΕΛΛΙΣ*, Καθημερινή

Το ρήγμα που παρατηρείται εντός της Νέας Δημοκρατίας (Ν.Δ.), αλλά και γενικότερα στη χώρα, για την πολιτική της Ελλάδας έναντι της Τουρκίας δεν βοηθά.


Οταν ένας πρώην πρωθυπουργός κατηγορεί εμμέσως την κυβέρνηση, και δη της δικής του παράταξης, ότι, ουσιαστικά, ετοιμάζεται να συνθηκολογήσει με την Αγκυρα, το σκηνικό επιβαρύνεται επικίνδυνα.

Σε πρόσφατη ομιλία του στην Κύπρο και αναφερόμενος στην τρέχουσα περίοδο σχετικής ηρεμίας στο Αιγαίο, ο Αντώνης Σαμαράς δήλωσε ότι «τα “ήρεμα νερά”, όταν οδηγούν σε σιωπηλή αποδοχή τετελεσμένων, φέρνουν πάντα τεράστιες φουρτούνες».

Γνωστός για τις «σκληρές» θέσεις του στα εθνικά θέματα και όχι μόνον, ο κ. Σαμαράς αναφέρθηκε σε «άδικες και καταστροφικές λύσεις» που προετοιμάζονται όχι μόνο για το Αιγαίο –όπου προειδοποίησε για την επερχόμενη διχοτόμησή του και την έναρξη της «συρρίκνωσης της ίδιας της Ελλάδας»– αλλά και για την Κύπρο, λέγοντας ότι «μαγειρεύονται» λύσεις για το μέλλον του νησιού, που θα οδηγήσουν σε «συγκαλυμμένη διχοτόμηση» και, στη συνέχεια, σε «τουρκοποίηση».Οι επιθέσεις, που όταν προέρχονται από έναν πρώην αρχηγό του κυβερνώντος κόμματος και πρώην πρωθυπουργό αποκτούν ιδιαίτερη θεσμική βαρύτητα, βρίσκουν απήχηση σε μια μερίδα του εκλογικού σώματος, ιδιαίτερα στους δεξιούς ψηφοφόρους που διαφωνούν με την εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης και την τρέχουσα στάση της έναντι της Τουρκίας.

Ο πολιτικός ρεαλισμός και το εθνικό συμφέρον επιβάλλουν όπως η Ελλάδα να επιδιώκει την αποφυγή εντάσεων και μια σχέση λειτουργικής συνύπαρξης και συνεργασίας, στον βαθμό που αυτό είναι εφικτό, και όχι μια επικίνδυνη και κοστοβόρο αντιπαράθεση με τη γείτονα. Υπό αυτό το πρίσμα, προκύπτουν εύλογα ερωτήματα για τη σκοπιμότητα αυτής της σκληρής ρητορικής.

Κατά τη διάρκεια της πρωθυπουργίας του, ο Αντώνης Σαμαράς συμμετείχε σε δύο Ανώτατα Συμβούλια Συνεργασίας με την Τουρκία, ένα στην Κωνσταντινούπολη με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και ένα στην Αθήνα με τον τότε Τούρκο πρωθυπουργό Αχμέτ Νταβούτογλου.

Είναι σαφές ότι οι σχέσεις με την Τουρκία είναι περίπλοκες και ευαίσθητες, και η διαχείριση των πολυδιάστατων προκλήσεων που αυτές συνεπάγονται δεν είναι εύκολη υπόθεση.

Ωστόσο, το να υπονοούμε, όπως έκαναν κάποιοι προσφάτως, ότι γινόμαστε μάρτυρες προετοιμασιών για προδοτικές πράξεις, είναι όχι μόνον απαράδεκτο αλλά και επικίνδυνο. Τέτοιοι ισχυρισμοί δεν επιτυγχάνουν τίποτε άλλο από το να τροφοδοτούν τον εσωτερικό διχασμό, κάτι που είναι σαφώς το τελευταίο που χρειάζεται η χώρα.
Πρώην πρωθυπουργοί όχι μόνο δικαιούνται, αλλά οφείλουν να παρεμβαίνουν στοχευμένα στον δημόσιο διάλογο, ιδιαίτερα στα μείζονα εξωτερικά ζητήματα.

Η εμπειρία και η γνώση που έχουν αποκτήσει κατά τη θητεία τους στην ηγεσία της χώρας, τους καθιστά κρίσιμο κομμάτι του παζλ της ενημέρωσης του λαού, ενίοτε και της διαχείρισης καταστάσεων. Ο λόγος τους πρέπει να είναι νηφάλιος και ενωτικός, για να είναι χρήσιμος και εποικοδομητικός.

Η κυβέρνηση, από την πλευρά της, οφείλει να επικοινωνήσει με σαφήνεια τους στόχους της στους πολίτες, περιγράφοντας τόσο τα βραχυπρόθεσμα βήματα όσο και τη μακροπρόθεσμη στρατηγική της, καθώς και τον τρόπο με τον οποίο σκοπεύει να τους επιτύχει.

* Αθανάσιος Έλλις
Διευθυντής e-Kathimerini
Reactions

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια

Ad Code

Responsive Advertisement